Πηγή : dimitriskazakis.blogspot.com/
Καταρχάς, η δυνατότητα ενός κινήματος να απευθυνθεί στο σύνολο των λαϊκών στρωμάτων αποτελεί ανεξάντλητη πηγή δύναμης και επαναστατικής εγρήγορσης. Αν πιστεύει κανείς στ' αλήθεια στην ανάγκη της κοινωνικής εξέγερσης προκειμένου να ανατραπεί το καθεστώς που έχει επιβληθεί στην χώρα, τότε δεν μπορεί παρά να φροντίσει για την ενότητα του κοινωνικού υποκειμένου που καλείται να βγάλει σε πέρας αυτό το καθήκον. Κι αυτό φιλοδοξεί να κάνει το ΕΠΑΜ. Και νομίζω ότι το καταφέρνει, με όλα τα προβλήματα και τις αδυναμίες του, όπως άλλωστε δείχνει και οι συγκεντρώσεις όχι μόνο στον Βόλο, αλλά παντού, σ’ ολόκληρη την Ελλάδα. Ποια άλλη δύναμη σήμερα που ευαγγελίζεται ανάλογες θέσεις και επιδιώκει – στα λόγια έστω – την κοινωνική εξέγερση, ή την επανάσταση, μπορεί με σοβαρότητα να ισχυριστεί ότι έχει την κοινωνική απήχηση του ΕΠΑΜ; Καμιά. Αυτό από μόνο του κάνει το ΕΠΑΜ την πιο – εν δυνάμει έστω – καθαρόαιμη επαναστατική δύναμη αυτής της περιόδου.
Καταρχάς, η δυνατότητα ενός κινήματος να απευθυνθεί στο σύνολο των λαϊκών στρωμάτων αποτελεί ανεξάντλητη πηγή δύναμης και επαναστατικής εγρήγορσης. Αν πιστεύει κανείς στ' αλήθεια στην ανάγκη της κοινωνικής εξέγερσης προκειμένου να ανατραπεί το καθεστώς που έχει επιβληθεί στην χώρα, τότε δεν μπορεί παρά να φροντίσει για την ενότητα του κοινωνικού υποκειμένου που καλείται να βγάλει σε πέρας αυτό το καθήκον. Κι αυτό φιλοδοξεί να κάνει το ΕΠΑΜ. Και νομίζω ότι το καταφέρνει, με όλα τα προβλήματα και τις αδυναμίες του, όπως άλλωστε δείχνει και οι συγκεντρώσεις όχι μόνο στον Βόλο, αλλά παντού, σ’ ολόκληρη την Ελλάδα. Ποια άλλη δύναμη σήμερα που ευαγγελίζεται ανάλογες θέσεις και επιδιώκει – στα λόγια έστω – την κοινωνική εξέγερση, ή την επανάσταση, μπορεί με σοβαρότητα να ισχυριστεί ότι έχει την κοινωνική απήχηση του ΕΠΑΜ; Καμιά. Αυτό από μόνο του κάνει το ΕΠΑΜ την πιο – εν δυνάμει έστω – καθαρόαιμη επαναστατική δύναμη αυτής της περιόδου.
Προσωπικά
πιστεύω ότι ο μόνος τρόπος για να αποτύχει το ΕΠΑΜ είναι αν εμείς οι
ίδιοι χάσουμε τον μπούσουλα και αυτογελοιοποιηθούμε απέναντι στον λαό.
Δεν υπάρχει κανένας που να μπορεί να αναχαιτίσει την δυναμική του ΕΠΑΜ
εκτός από το ίδιο το ΕΠΑΜ. Μπορεί να συμβεί κάτι τέτοιο; Και βέβαια
μπορεί να συμβεί. Η ιστορία δεν υπογράφει συμβόλαια, ούτε παρέχει
ασφαλιστικές δικλείδες, ή εγγυήσεις. Στην ιστορία των κοινωνικών αγώνων
παγκόσμια δεν γνωρίζω κανένα κίνημα που απευθύνθηκε πλατιά στις τάξεις
της κοινωνίας και του λαού και να κατάκτησε με κάποιον τρόπο –
ιδεολογικό, ταξικό, ή άλλον – την εγγύηση ότι δεν πρόκειται να
εκφυλιστεί. Όπως κι αν το δει κανείς δεν υπάρχουν λαγοπόδαρα που να σε
προφυλάξουν από τους κινδύνους του εκφυλισμού. Μόνο οι παραθρησκευτικές,
ή ιδεολογικοπολιτικές σέχτες, όπως αυτές που έχουν πλημμυρίσει σήμερα
την αριστερά (από την ηγεσία του ΚΚΕ έως την ΑΝΤΑΡΣΥΑ) έτρεφαν ανέκαθεν
την αυταπάτη ότι διαθέτουν οργανικά στο "πιστεύω" τους την απόλυτη
εγγύηση της καθαρότητας και της επιτυχίας τους. Τέτοια σέχτα δεν είναι
το ΕΠΑΜ και ούτε πρόκειται να γίνει. Τουλάχιστον όσο περνά από το χέρι
μας.
Αυτό που
παρατηρώ στην τοποθέτησή σου είναι η αντιπαράθεση του λαού με την τάξη
και κατόπιν του έθνους με την τάξη. Αυτή δυστυχώς είναι μια παλιά
ιδεολογικοπολιτική ασθένεια που αντλεί την καταγωγή της από τους πιο
αντιδραστικούς θεωρητικούς της μοναρχίας και αργότερα της αστικής τάξης.
Μόνο αυτοί οι θεωρητικοί έκαναν τα αδύνατα, δυνατά να διαχωρίσουν την
τάξη από τον "λαό" και το "έθνος", έτσι ώστε οι δυο τελευταίες
κατηγορίες να αποκτήσουν μεταφυσική υπόσταση. Τέτοιες μεταφυσικές
έννοιες δεν μπορούν παρά να εκπροσωπούνται από μεταφυσικούς θεσμούς που
όσο πιο απολυταρχικοί είναι τόσο καλύτερα, γιατί στέκονται υπεράνω της
κοινωνίας των ταξικών συγκρούσεων. Οι θεωρητικοί αυτοί της μοναρχικής
και της αστικής αντίδρασης πίστευαν και πιστεύουν ότι ο λαός και το
έθνος δεν μπορεί να είναι αυθύπαρκτες ιστορικές συλλογικότητες μέσα στην
κοινωνική δράση. Με ανησυχεί σοβαρά το γεγονός ότι αυτή η ασθένεια
είναι τόσο ενδημική σε πάρα πολλούς και μέσα στην αριστερά σήμερα. Κι
αυτό αποτελεί έναν σοβαρό δείκτη σχετικά με την κοινωνική απαξίωση της
αριστεράς σήμερα.
Δες,
π.χ., την ευκολία που ορισμένοι παπαγαλίζουν δυο κατάφωρα αντιδραστικές
θέσεις: Πρώτον, την θεωρία των "δύο εθνών", του έθνους των εργαζομένων
και του έθνους του κεφαλαίου, δίνοντας έτσι αριστερό πρόσημο σε μια
παλιά άκρως αντιδραστική θεωρία. Αυτός που επινόησε την θεωρία των "δύο
εθνών" ήταν ο αντιδραστικός φιλομοναρχικός Ντισραέλι στο έργο του η
Σίβυλλα στα 1843. Αυτός μίλαγε για την αναπόφευκτη διάλυση της
κοινωνικής συνοχής με την άνοδο του καπιταλισμού, όπου το έθνος
διασπάται ανάμεσα σε δυο έθνη: στο έθνος της φτωχών και στο έθνος των
πλουσίων. Ο μόνος που θα μπορούσε να κρατήσει την συνοχή του έθνους,
αλλά και της βρετανικής κοινωνίας δεν ήταν άλλος από τον θεσμό της
μοναρχίας. Αντίθετα, για όλους τους προοδευτικούς θεωρητικούς εκείνης
της εποχής με κορυφαίο τον Μαρξ, το έθνος δεν ήταν μια μεταφυσική
οντότητα, αλλά η ιστορική συγκρότηση ενός νέου συλλογικού κοινωνικού
υποκειμένου που διεκδικεί την κυριαρχία του και την δική του ιστορική
ταυτότητα, του λαού. Ο λαός αποτέλεσε την νέα ιστορική ρίζα των εθνών
που γέννησαν οι αστικές επαναστάσεις.
Λένε
ότι τα σύγχρονα έθνη αποτελούν επινόηση της αστικής τάξης. Δεν υπάρχει
μεγαλύτερη ανοησία. Η ιστορία διδάσκει ότι τα σύγχρονα έθνη ήταν το
ιστορικό αποτέλεσμα της μάχης της αστικής τάξης με τους εκπροσώπους του
μεσαίωνα, όταν η πρώτη χρειάστηκε να κινητοποιήσει μαζί της, προκειμένου
να νικήσει τους δεύτερους, το σύνολο των υπόλοιπων καταπιεσμένων
κοινωνικών στρωμάτων και τάξεων. Δεν ήταν επινόηση της αστικής τάξης,
αλλά η αναγκαστική συμμαχία της αστικής τάξης με τους υπόλοιπους
καταπιεσμένους προκειμένου να ξεφορτωθούν όλοι μαζί τους εκπροσώπους του
μεσαίωνα. Έτσι γεννήθηκε η έννοια λαός και στη βάση του το σύγχρονο
έθνος. Γι' αυτό ο λαός, όπως και το σύγχρονο έθνος, αποτελεί το ιστορικό
λίκνο των σύγχρονων κοινωνικών τάξεων. Έξω από τον λαό και το έθνος δεν
μπορεί να νοηθεί τάξη. Προπαντός εργατική τάξη.
Ο
λαός εμφανίζεται ως ανεξάρτητο υποκείμενο της ιστορίας από την στιγμή
που σπάει τα δεσμά της απολυταρχίας, η οποία στηρίζεται στην παραδοχή
ότι ο λαός και το έθνος δεν μπορούν να εκφράζονται από μόνοι τους παρά
μόνο μέσα από την βούληση της υπέρτατης εξουσίας, κοσμικής και
υπερκοσμικής. Να από που μας έρχεται η νεόκοπη θεωρεία των ελίτ, που
δυστυχώς στην αριστερά εκφράζεται με τις θεωρίες περί ταξικών
πρωτοποριών, ή αναγκαστικής κομματικής εκπροσώπησης. Ο λαός και το έθνος
υπάρχουν, υφίστανται μόνο όσο υπάρχει και τους εκφράζει συγκεντρωτικά η
απολυταρχία. Έτσι έλεγαν οι παλιοί ρασοφόροι υποστηρικτές της
μοναρχίας.
Η
ιστορική αλήθεια όμως είναι εντελώς διαφορετική. Όσο κυριαρχεί ιστορικά η
απολυταρχία, όσο επιβάλλονται οι κοινωνικοπολιτικές ελίτ, οι άρχοντες,
οι δικτάτορες και οι παρά φύση ηγέτες, ναι, τότε δεν υπάρχει λαός, δεν
μπορεί να υπάρξει λαός. Υπάρχει μόνο με το νόημα που έδινε ο Χίτλερ στην
έννοια Volk, δηλαδή ενός απόλυτα υποτακτικού πλήθους υπεξουσίων, ή
υπηκόων, που για να εκφραστεί μπορεί να το κάνει μόνο μέσα από επιφανείς
ηγέτες ή ελίτ, που λειτουργούν σαν «πατερούληδες» έξω, πέρα και πάνω
από την μάζα.
Ο
λαός εμφανίζεται στο προσκήνιο της ιστορίας όταν για πρώτη φορά
διακυρρήσει με την πράξη του και με το αίμα του ότι το έθνος είναι αυτός
ο ίδιος, ότι δεν αναγνωρίζει κανέναν πάνω από αυτόν και επομένως δεν
αναγνωρίζει κανενός είδους εξουσία που δεν πηγάζει από την θέλησή του
και δεν ασκείται προς όφελός του. Κι επομένως δεν χρειάζεται κανέναν
υπεράνω αυτού για να εκφράζεται, ή για να υπάρχει. Αντίθετα είναι αυτός
που καθορίζει την συγκρότηση του κράτους και της επικράτειας. Αυτός
είναι ο "αυτοκράτωρ λαός" όπως έλεγε ο Ρήγας. Δεν είναι τυχαίο ότι το
Σύνταγμα εμφανίζεται αυτήν ακριβώς την εποχή.
Το
γεγονός ότι η σύγκρουση με την τυραννία καθορίζει την πρώτη ιστορική
ενότητα του λαού, αυτό καθόλου δεν σημαίνει ότι ο λαός είναι ενιαίος και
με ενιαία θέληση, όπως λανθασμένα εκτιμούσε ο Ρουσώ. Μέσα στα πλαίσιά
του συγκρούονται, ανειρήνευτα τις περισσότερες φορές, κοινωνικά στρώματα
και τάξεις από την πρώτη κιόλας στιγμή. Η ενότητα του λαού μπορεί να
υπάρξει μόνο μέσα από την αναμέτρηση των διαφορετικών κοινωνικών
δυνάμεων που τον απαρτίζουν με την εξουσία και τα συμφέροντα που κάθε
φορά υπερασπίζει. Γι’ αυτό και κανένας θεσμός, όσο αντιπροσωπευτικός κι
αν είναι, δεν μπορεί να αντικαταστήσει την λαϊκή κυριαρχία, η οποία
εκφράζεται απολύτως ελεύθερα και πρωταρχικά πρώτα και κύρια μέσα από την
κατοχύρωση στην πράξη του δικαιώματος του συνεταιρίζεσθαι και του
συνέρχεσθαι για κάθε επιμέρους κοινωνικό στρώμα και τάξη του λαού.
Στο
εσωτερικό του λαού διεξάγεται μια ασίγαστη πάλη που μόνο προσωρινά και
υπό συγκεκριμένες ιστορικές συνθήκες διακόπτεται από ευρείες συμμαχίες.
Μόνο και μόνο για να ανατραπούν στην αμέσως επόμενη στροφή των
εξελίξεων. Οι συγκρούσεις αυτές έχουν αναγκαστικά στο επίκεντρό τους το
ποια τάξη ή στρώμα θα βάλει την σφραγίδα των συμφερόντων του στην
ενότητα του λαού. Ποια δηλαδή κοινωνικοταξικά συμφέροντα θα επικρατήσουν
και θα εμφανιστούν με καθολική ισχύ ως συμφέρον όλου του λαού και του
έθνους. Και οι συγκρούσεις αυτές, όπως όλες οι συγκρούσεις που
γέννιουνται από τα κατάβαθα της κοινωνίας, εκφράζονται πρώτα και κύρια
ως συγκρούσεις ιδεολογικές, ως συγκρούσεις οργανώσεων, κομμάτων και
κινημάτων που επιδιώκουν να εκφράσουν την λαϊκή ενότητα.
Η
ιδιαιτερότητα της εργατικής τάξης στον καπιταλισμό βρίσκεται στο
γεγονός ότι δεν μπορεί να συγκροτηθεί ως τάξη σαν μια «απλή άθροιση
ομώνυμων μεγεθών, το ίδιο περίπου όπως οι πατάτες μέσα σ’ ένα σακί
αποτελούν ένα σακί με πατάτες», όπως έλεγε γλαφυρά ο Μαρξ. Ο Μαρξ επίσης
έγραφε ότι «εφόσον εκατομμύρια οικογένειες ζουν κάτω από οικονομικές
συνθήκες ύπαρξης, που ξεχωρίζουν τον τρόπο της ζωής τους, τα συμφέροντά
τους και την κουλτούρα τους από εκείνες των άλλων τάξεων και τις
αντιπαραθέτουν εχθρικά μ’ αυτές, συνιστούν μια τάξη. Στο βαθμό όμως που
υπάρχει μόνο μια τοπική συνάφεια των συμφερόντων τους, όπως συμβαίνει
ανάμεσα στους μικρούς αγρότες, και δεν δημιουργείται καμιά αίσθηση
κοινότητας, κανένας εθνικός δεσμός και καμιά πολιτική οργάνωση, τότε δεν
συγκροτούν τάξη.» Η εργατική τάξη είναι η μόνη που από τη φύση και τη
θέση της στην αστική κοινωνία μπορεί να συγκροτηθεί αφεαυτού της σε τάξη
αναδεικνύοντας την κοινότητα των συμφερόντων της, τους πανεθνικούς
δεσμούς της και το δικό της πολιτικό κίνημα. Γι’ αυτό και είναι η πρώτη
τάξη καταπιεσμένων στην παγκόσμια ιστορία που μπόρεσε από τα πρώτα
κιόλας βήματά της να δημιουργήσει ένα αμιγώς δικό της μαζικό κίνημα και
την συγκροτημένη δική της πολιτική εκπροσώπηση.
Μπορεί
λοιπόν να συγκροτηθεί ή έστω να υπάρξει η εργατική τάξη ως κοινωνικό
υποκείμενο έξω από το λαό και το έθνος που μέσα στα σπλάχνα του
γεννήθηκε η «αίσθηση κοινότητας», οι «πανεθνικοί δεσμοί» και η «πολιτική
της εκπροσώπηση»; Ούτε κατά διάνοια. Όποιος μιλά για εργατική τάξη έξω
από τον λαό και το έθνος που την γέννησε, τότε μιλά για μια εικονική,
μεταφυσική έννοια ικανή να υπάρχει μόνο στην φαντασία ορισμένων και στις
σελίδες παρωχημένων εγχειριδίων.
Η
ενότητα σήμερα του λαού που διεκδικεί να εκφράσει το ΕΠΑΜ είναι η
πρωτογενής «αίσθηση κοινότητας» που χωρίς αυτήν καμμιά τάξη ή στρώμα της
κοινωνίας δεν μπορεί να κατανοήσει τα δικά του ιδιαίτερα συμφέροντα.
Μέσα στα πλαίσια πάντα των κοινών λαϊκών συμφερόντων που καθορίζονται,
όπως πάντα, από την αντίθεση με την κυρίαρχη πολιτική και εξουσία. Ούτε η
τάξη, όσο καλά οργανωμένη και συγκροτημένη κι αν είναι, ούτε βέβαια ο
λαός, έχει ομοιογένεια. Η δύναμη ενός πολιτικού κινήματος, όπως το ΕΠΑΜ,
είναι να συνδέεται οργανικά με τον λαό ως υφίσταται σε όλη την
ποικιλοχρωμία του, αναδεικνύοντας μέσα από όλες τις διαφορετικότητες και
τις αντιθέσεις, το κύριο, το καθοριστικό. Αυτό που μπορεί να ενώσει τις
πιο πλατιές μάζες ενάντια στον κοινό αντίπαλο και να οδηγήσει στην
νίκη. Διαφορετικά δεν θα μπορέσει να υπάρξει αυθεντικά παλλαϊκό κίνημα,
αλλά μόνο κομματικές καρικατούρες «κινημάτων» με απόντα τον λαό.
Δεύτερο,
είναι πολύ της μόδας σήμερα να κατηγορείται το ΕΑΜ ότι έχασε γιατί
δήθεν δεν πέρασε από το εθνικό στο ταξικό. Πρόκειται για ανιστόρητη
κατηγορία. Το ΕΑΜ οδηγήθηκε από την τότε ηγεσία του ΚΚΕ στην ήττα, γιατί
δεν στάθηκε συνεπές έως στο τέλος στον εθνικό απελευθερωτικό χαρακτήρα
του αγώνα που είχε προσδώσει εξαρχής. Ο διαχωρισμός του ταξικού από το
εθνικό είναι που οδήγησε στην ήττα και στον εμφύλιο. Ο Σιάντος, π.χ.,
μιλώντας στην ΠΕΕΑ, την κυβέρνηση του βουνού, θεωρούσε ότι επειδή το ΚΚΕ
ήταν «ταξικό» κόμμα και όχι «εθνικό», αποδεχόταν ότι το «εθνικό» ζήτημα
προηγούταν εκείνη την στιγμή από το «ταξικό» και επομένως η Γκαζέρτα
και η παράδοση του κινήματος στους Άγγλους και τους υποτακτικούς τους
πολιτικούς της Μέσης Ανατολής, ήταν αποδεχτή λύση μέχρι να έρθει η ώρα
του «ταξικού» ζητήματος. Με άλλα λόγια υιοθετούσε ανοιχτά το «εθνικό»
ζήτημα ως ένα διαταξικό ζήτημα που δεν μπορούσε να λυθεί χωρίς την
αστική τάξη, ή τουλάχιστον εκείνα τα τμήματά της που ήταν προσδεμένα με
την αποικιοκρατική επικυριαρχία των Άγγλων. Περιορίζοντας δηλαδή το
εθνικό ζήτημα απλά και μόνο στην αποχώρηση των κατακτητών και την
αποκατάσταση της νομιμότητας. Όπως δηλαδή το έβαζε και το κατανοούσε η
αστική τάξη. Και όχι όπως το είχε αναδείξει και το είχε κατακτήσει στις
διακηρύξεις και στις πράξεις του το ίδιο το ΕΑΜ.
Εκεί
βρισκόταν το πρόβλημα. Η κατάκτηση του έθνους και της εκπροσώπησής του
από την εργατική τάξη και την διανόηση, που είχε ήδη συντελεστεί μέσα
στην κατοχή με το κίνημα αντίστασης, αποτελούσε κορυφαία ταξική πράξη
που χωρίς αυτή δεν νοείται η ανάδειξη της εργατικής τάξης και του νέου
ταξικού μπλοκ δυνάμεων στην εξουσία. Αυτό ήταν το ΕΑΜ. Δυστυχώς, με την
απελευθέρωση η τότε ηγεσία του ΚΚΕ εγκατέλειψε, ίσως δίχως ποτέ να
καταλάβει, το ταξικό και συνάμα εθνικό επίτευγμα διασπώντας την απόλυτη
συνάφεια του ταξικού με το εθνικό. Σ’ αυτό οφείλεται η ήττα, αλλά και το
γεγονός ότι ολόκληρο το κίνημα και μαζί του ο λαός σύρθηκε σ’ έναν
καταστροφικό εμφύλιο που επέβαλε και διεξήγαγε με τους δικούς της όρους η
αντίδραση.
Το
ΕΠΑΜ δεν πρόκειται να επαναλάβει το ίδιο λάθος. Δεν πρόκειται να
διαχωρίσει το ταξικό από το εθνικό, υπέρ τους ενός, ή του άλλου. Στις
μέρες μας είναι αδύνατο και αδιανόητο να εκπληρώσεις το ένα χωρίς το
άλλο. Για μένα κοινός παρανομαστής και των δυο είναι η κινητοποίηση της
μεγάλης πλειοψηφίας του λαού μέσα από την συνειδητοποίηση ότι πέρα από
τις επιμέρους αντιθέσεις υπάρχει κάτι που μπορεί να την ενώσει: το
γεγονός ότι το υπάρχων καθεστώς – όπως κι αν το εννοεί ή να το ερμηνεύει
κανείς – δεν συμβιβάζεται πλέον με την ίδια την επιβίωση της
συντριπτικής πλειοψηφίας του λαού, αλλά και του ίδιου του έθνους όπως
έχει ιστορικά συγκροτηθεί και έχει διεκδικήσει την ανεξαρτησία του.
Όποιος θεωρεί ότι αυτά είναι ζητήματα δευτερεύοντα μπροστά στο όποιο
«καθαρό» ταξικό καθήκον, τότε είτε δεν έχει καταλάβει απολύτως τίποτε
από ότι συμβαίνει, είτε είναι αιχμάλωτος της ιδεολογίας του
ιμπεριαλισμού που από γεννησιμιού της στηρίχθηκε στην άρνηση του έθνους
στο όνομα του κοσμοπολιτισμού και στην άρνηση του λαού και της
δημοκρατίας στο όνομα του κορπορατισμού, με φασιστική, υπερεθνική ή άλλη
φανταχτερή δήθεν διεθνιστική περιβολή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου